Από
την καταστροφή στο μέρα με τη μέρα.
Από τη λύπη στη χαρά.
Από τους ψίθυρους στις κραυγές.
Οι ανώνυμοι πρωταγωνιστές της καθημερινότητας στον -χωρίς
αιδώ αποκαλούμενο - Τρίτο Κόσμο έχουν την ίδια δίψα για ζωή.
Πέρα από τα εύθραυστα συμφραζόμενά τους, τα πολλαπλά τείχη
που υψώνονται για να τους κρατήσουν απομονωμένους...
Ρουάντα / Παιδιά / Παράθυρα στον κόσμο... Τρία μονοπάτια,
φαινομενικά άσχετα μεταξύ τους, που διασταυρώνονται - αν μη
τι άλλο στην κοινή τους διεκδίκηση για μια θέση στον ήλιο.
Τραγωδία από τη μια μεριά, ζωή μέρα με τη μέρα από την άλλη
και στη μέση τα παιδιά, τα αινίγματα του αύριο και, ταυτόχρονα,
αγγελιοφόροι της ελπίδας.
Η
τραγωδία που ονομάζεται Ρουάντα... Η τελευταία γενοκτονία
της χιλιετίας, ακραίο παράδειγμα του πού οδηγούν το μίσος,
η μισαλλοδοξία, ο φόβος της διαφορετικότητας και οι φυλετικές,
εθνικές και θρησκευτικές διακρίσεις. Οι σφαγές έφτασαν στις
"ειδήσεις" μέσω των οποίων ολόκληρος ο κόσμος ανακάλυψε
τη "γη των χιλίων λόφων" στην καρδιά της Αφρικής.
Όμως, η Ρουάντα, όπως και κάθε Ρουάντα, είναι και η δίψα για
ζωή που προβάλλει μέσα από τα ερείπια. Η λαχτάρα να μάθει
ξανά να ζει, να χτίζει, να μοιράζεται, η λαχτάρα αυτή που
αγωνίζεται και πάλλεται στην άκρη των σκιών του σκότους...
Στη
συνέχεια είναι τα παιδιά του Τρίτου Κόσμου: λάμψεις φωτός
που αψηφούν την αθλιότητα. Θύματα της πανταχού καταπιεστικής
πραγματικότητας που βαραίνει το μεγαλύτερο μέρος του πλανήτη
και, ταυτόχρονα, φορείς του ονείρου για έναν καλύτερο κόσμο,
αντανακλούν με το δικό τους τρόπο τις έντονες αποχρώσεις της
κοινωνίας τους.
Γέλια, φωνές, λαμπερά πρόσωπα, μάτια που ατενίζουν ορθάνοιχτα
το μέλλον... Και μετά, σκιές και ερωτηματικά, πληγές και τραύματα
και γερασμένα βλέμματα. Ελπίδες και απογοητεύσεις, πετάγματα
και επιστροφή... Και πάντοτε το άπλετο φως στις μικρές στιγμές
της χαράς και της λύπης, αψηφά τη μοίρα τους, συνοδεύει τα
όνειρά τους.
Τα παιδιά του "τρίτου κόσμου" απέχουν πολύ από το
να είναι απλώς μια μαυρόασπρη πραγματικότητα και μας προσκαλούν
σε μια διαφορετική προσέγγιση από τα κλισέ του φολκλόρ και
της συμπόνιας.
Και
στη συνέχεια, ταπεινά, ανοίγει ένα παράθυρο στον κόσμο - ίσως
για μια στιγμή μόνο, αρκετή, ωστόσο, για να μας θυμίσει τον
"άλλο" που κατοικεί στο βάθος της καρδιάς μας. Μοιράζεται
τις ίδιες χαρές και λύπες, τις ίδιες ελπίδες και παραλογισμούς...
Αρκεί η χαρά να είναι απαλλαγμένη από προλήψεις και προκαταλήψεις,
από ιδέες κομμένες και ραμμένες για να μας οδηγήσουν στο διαχωρισμό.
Να απορρίψουμε το φόβο της διαφορετικότητας, να αφήσουμε πίσω
μας την αδιαφορία, να επαναπροσδιορίσουμε τις σχέσεις μας...
Να προσεγγίσουμε ο ένας τον άλλο, να ανακαλύψουμε, να γνωρίσουμε
προκειμένου να κατανοήσουμε καλύτερα, να κατανοήσουμε προκειμένου
να αποδεχτούμε και να σεβασθούμε. Και ίσως να μπορέσουμε να
αισθανθούμε την πολύχρωμη ομορφιά του κόσμου μας.
|