|
ΜΕΤΑ ΑΠΟ ΔΙΑΚΟΣΙΑ ΧΡΟΝΙΑ
ΕΝΑ ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΚΟ ΔΟΚΙΜΙΟ ΓΙΑ
ΤΟΥΣ ΑΒΟΡΙΓΗΝΕΣ
ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ ΕΚΘΕΣΗΣ: PENNY TYLOR
RICHARD ANDRE, GEORGE CHALOUPKA, SANDY EDWARDS
ALANA HARRIS, ADRIAN HART, CAROLYN LEVENS,
ROBERT MC FARLANE - CATHY FISHER,
MAUREEN MACKENZIE-PETER MACKENZIE
RICKIE MAYNARD, GERRY ORKIN, MAX PAM,
MICHAEL RILEY, JON RHODES, POLLY SUMNER,
EMANUEL ANGELICAS
ΕΥΓΕΝΙΚΗ ΠΑΡΑΧΩΡΗΣΗ ΑΠΟ ΤΟ MONTPELIER PHOTOVISION
20/2 - 14/3 1998
GALLERY GILLES CARON
ΓΑΛΛΙΚΟ ΙΝΣΤΙΤΟΥΤΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ
ΛΕΟΦΩΡΟΣ ΣΤΡΑΤΟΥ 2Α / 855-303
ΔΕ - ΣΑ 11.00-2.00, 18.00-21.00
Σε ορισμένες κοινότητες Αβοριγήνων υπάρχουν περιορισμοί στην ονομαστική αναφορά ή
την επίδειξη φωτογραφιών των αποθανόντων. Κατά τη δημιουργία αυτής της έκδοσης
επιδείχθηκε εξαιρετική φροντίδα ώστε να διασφαλιστεί ότι δεν παραβιάστηκαν περιορισμοί
τέτοιου είδους. Από τότε που ολοκληρώθηκε η έκδοση και μετά όμως, κάποιοι άνθρωποι
που αναφέρονται ονομαστικά ή απεικονίζονται σ' αυτό το βιβλίο έχουν ίσως πεθάνει. Όσοι
μεταφέρουν το βιβλίο αυτό σε κοινότητες Αβοριγήνων, ειδικά στη Βόρεια Περιοχή και τη
βορειοδυτική Αυστραλία, πρέπει να τελούν εν γνώσει των νεκρώσιμων περιορισμών που
πιθανόν ισχύουν και να εξασκούν μεγάλη προσοχή επιδεικνύοντας τα περιεχόμενα αυτού
του βιβλίου. Οι κοινότητες για τις οποίες αυτό ισχύει ιδιαίτερα είναι οι Bagot, Fitzroy
Crossing, Malgawo, Yaruman, Yuerdumu και οι γύρω περιοχές.
Ειδικά εκείνοι που κατάγονται από το Arnhem Land ή είναι επισκέπτες της περιοχής πρέπει
να γνωρίζουν ότι το κεφάλαιο Malgawo θα προκαλέσει δυσφορία σε όσους γνωρίζουν την
κοινότητα αυτή, εξαιτίας των πρόσφατων τραγικών γεγονότων που συνέβησαν εκεί. Το
βιβλίο βρισκόταν στο τυπογραφείο εκείνη την εποχή και η κοινότητα πρότεινε να παραμείνει
το κεφάλαιο σαν φόρος τιμής στη μνήμη των αποθανόντων.
Tο κείμενο που ακολουθεί είναι απόσπασμα από την εισαγωγή της Penny Taylor στο
ομώνυμο βιβλίο που συνοδεύει την έκθεση.
Το Μετά από 200 Χρόνια συνελήφθη σαν ένα σημαντικό, επετειακό των 200 χρόνων, έργο
που θα τεκμηρίωνε μέσα από φωτογραφίες και κείμενα την ποικιλία της ζωής των
Αβοριγήνων και των Νησιωτών της Αυστραλίας στα τέλη της δεκαετίας του '80. Για το
σκοπό αυτό πάνω από 20 φωτογράφοι, Αβορίγηνες και μη, εργάστηκαν με τις κοινότητες
όλης της Αυστραλίας για περιόδους μέχρι δύο μήνες. Το αποτέλεσμα είναι ένα τεράστιο
αρχείο με πάνω από 50.000 φωτογραφίες ντοκουμέντα που στεγάζεται στο Αυστραλιανό
Ινστιτούτο Σπουδών των Αβοριγήνων στην Κάμπερρα. Ο τόμος αυτός είναι ένα απόσταγμα
αυτής της συλλογής που έχει σαν στόχο να καταδείξει το εύρος της ζωής των Αβοριγήνων
και των Νησιωτών σήμερα.
Οι πρώτοι λευκοί άποικοι έφτασαν στην Αυστραλία 200 χρόνια πριν, ξεκινώντας μια
διαδικασία που απείλησε με εξαφάνιση την Αβοριγηνική ζωή αυτής της ηπείρου. Οι
περισσότεροι Αβορίγηνες δεν βρίσκουν κανένα λόγο να εορτάσουν το 1988. Ο εορτασμός
αυτός είναι γι' αυτούς περισσότερο ένα σύμβολο της επιβίωσής τους μέσα από 200 χρόνια
νομοθετημένης καταπίεσης. Ήταν μόλις τη δεκαετία του '60 που κάθε Αβορίγηνας απέκτησε
τα πλήρη δικαιώματα ενός πολίτη και για τους περισσότερους αυτό σήμαινε στην καλύτερη
περίπτωση υπηκοότητα δεύτερης κατηγορίας, καθώς αγωνίζονταν ενάντια σε εδραιωμένες
ρατσιστικές συμπεριφορές και στερεότυπα.
Η συνυπαιτιότητα των φωτογραφικών εικόνων τα τελευταία εκατό χρόνια στη δημιουργία και
διαιώνιση αυτών των συμπεριφορών και στερεότυπων υπήρξε ένα κρίσιμο σημείο
αφετηρίας για το έργο αυτό. Η πολιτισμική προκατάληψη της φωτογραφικής οπτικής γωνίας
έχει ενισχύσει τις δύο κύριες μυθολογίες της Αβοριγηνικής Αυστραλίας: εκείνη του 'ευγενούς
άγριου' από τη μία πλευρά, που ζεί μ' ένα 'παραδοσιακό', ανέπαφο τρόπο ζωής. Από την
άλλη εκείνη του παθητικού, συντριμμένου 'θύματος' που ζεί στο περιθώριο της μη
Αβοριγηνικής κοινωνίας. Το έργο αυτό επεχείρησε να επαναδιευθύνει την εικονογραφία της
Αβοριγηνικής Αυστραλίας με δύο κύριους τρόπους, αμφότεροι των οποίων είχαν
εξερευνητικό χαρακτήρα.
Ο κύριος στόχος υπήρξε η αναπαράσταση της ποικιλίας της Αβοριγηνικής Αυστραλίας, της
εισόδου στον καθημερινό κόσμο της Αβοριγηνικής εργασίας, αναψυχής, κατοικίας και
γειτονιάς. Αυτοί ήταν οι χώροι που είχαν αποκλειστεί εξαιτίας της φωτογραφικής εμμονής
στην εστίαση του εξωτικού, του 'αυθεντικού' και του 'παραδοσιακού'. Η προσέγγιση αυτή
απαιτούσε από το συνολικό έργο να αντανακλά την πραγματική κατανομή των ανθρώπων
σε όλη τη χώρα για να αντικρουστεί η ευρέως αποδεκτή παραδοχή ότι οι 'πραγματικοί'
Αβορίγηνες ζούν αποκλειστικά σε απομονωμένα μέρη της Αυστραλίας.
Ο δεύτερος, περισσότερο προβληματικός, στόχος ήταν να υπάρξει η μεγαλύτερη δυνατή
εμπλοκή των Αβοριγήνων στο να καταθέσουν απόψεις σχετικά με τον τρόπο ζωής τους, με
τους δικούς τους όρους. Υπάρχει μια αυξανόμενη βιβλιογραφία σχετικά με το πώς οι
φωτογραφίες παραπλανούν, πώς προσαρμόζονται σε πολιτισμικές και πολιτικές θέσεις
ενισχύοντας τις κυρίαρχες δομές εξουσίας, καθώς και πώς οι άνθρωποι διαβάζουν τις
φωτογραφίες με διαφορετικό τρόπο, στοιχεία που σχετίζονται όλα με το έργο αυτό. Αν η
συμμετοχή των Αβοριγήνων επρόκειτο να είναι κάτι περισσότερο από μια συμβολική
χειρονομία, υπήρχε η ανάγκη μιας μεθοδολογίας που θα ανέτρεπε τόσο την πολιτισμική
προκατάληψη της φωτογραφικής οπτικής γωνίας όσο και την αυταρχικότητα του
φωτογραφικού φακού που αποτελεί την επιτομή της διχοτόμησης υποκειμένου-αντικειμένου
στις σχέσεις λευκών-μαύρων.
Βασιστήκαμε σ' ένα συνδυασμό πρόσφατων εξελίξεων στις θεωρίες αναπαράστασης, στην
ηθική του φωτογραφικού ντοκουμέντου, καθώς και σε συγκεκριμένες συνεννοήσεις σχετικά
με τα ενδιαφέροντα των ίδιων των εμπλεκομένων. Η προσέγγιση που αναπτύξαμε στόχευε
σ' ένα είδος συλλογικής φωτογραφίας ντοκουμέντο στην οποία οι εμπλεκόμενοι θα
μπορούσαν να ελέγξουν και να κατευθύνουν το έργο του φωτογράφου, την επιλογή των
εικόνων, τα κείμενα που θα τις συνόδευαν. Επρόκειτο για μια μέθοδο που επιχειρούσε να
αναπτύξει ένα μακροπρόθεσμο πρότυπο συνεργασίας ανάμεσα σ' ένα ίδρυμα και τα
Αβοριγηνικά μέλη του, ανάμεσα σ' ένα αρχείο και τους ανθρώπους οι εικόνες των οποίων
θα το γέμιζαν, ανάμεσα στους φωτογράφους και τα θέματά τους, ανάμεσα σε διαφορετικές
τάξεις ανθρώπων, μεταξύ ξένων και φίλων.
Προσδοκούμε από τις φωτογραφίες αυτές να είναι (και να φαίνονται ότι είναι) προιόν
συνεργασίας, αλλά επίσης αγώνα, έντασης, αγωνίας και αυτο-αμφιβολίας καθώς οι
άνθρωποι και από τις δύο πλευρές της φωτογραφικής μηχανής προσπαθούσαν να ορίσουν
ένα καλύτερο τρόπο δημιουργίας εικόνων.
Penny Taylor
|
|
|
|