ΕΚΤΩΡ ΔΗΜΗΣΙΑΝΟΣ
ΤΑ ΚΡΟΣΣΙΑ ΤΗΣ ΠΟΛΗΣ

Συνδιοργάνωση:
Διεύθυνση Πολιτισμού του Δήμου
Αίθουσα Τέχνης Εθνικής Αμύνης


Βρισκόμαστε μπροστά σ' ένα παράξενα θλιβερό και ακαθόριστο τοπίο: ηλεκτρικοί πυλώνες φυτρώνουν ανάμεσα στις ελιές, παράγκες από τσιμεντόλιθο και πλαστικό γειτονεύουν με διώροφα και τριώροφα κτήρια, και γιδοπρόβατα βόσκουν μέσα στα μπάζα. Χέρσο έδαφος σκεπασμένο με πέτρες, λίγα ξεραμένα χόρτα και αγκάθια? πιο πίσω ξεχωρίζουν βαθιά διαβρωμένοι λόφοι, ασβεστολιθικές ράχες σπαρμένες αραιά πουρνάρια σαν ανεμοβλογιά. Ξαφνικά προβάλλουν πίσω από τα χαμόσπιτα ένα οργωμένο χωράφι, μια σειρά από φρεσκοφυτευμένα δενδρύλλια, ένα άδειο οικόπεδο, και μετά ένα κομμάτι στρωμένου δρόμου που μάλλον οδηγεί από το πουθενά στο πουθενά.

Oι πάροικοι του εφήμερου αυτού τοπίου το κατοικούν διστακτικά, σαν ενοικιαστές με αμφιβόλου αξίας συμβόλαια: ως επί το πλείστον παιδιά, μερικές γυναίκες, λίγοι άνδρες. Τα παιδιά τρέχουν πάνω-κάτω αμέριμνα. Aπορροφημένα στον κόσμο τους, παίζουν με το μπαστούνι του παππού, καρφώνουν τα μάτια στους μεγαλύτερους και στον φακό, σκαρφαλώνουν το μνημείο, παίζουν κρυφτό ανάμεσα στα φύλλα πλαστικού, παρατηρούν τα πάντα με αμερόληπτο ενδιαφέρον. Σαστισμένες από την κούραση, οι γυναίκες έχουν έκφραση κλειστή, αμείλικτη, σαν να ξοδεύθηκαν όλα τους τα χαμόγελα. Οι άνδρες γυρνάνε την πλάτη στη φωτογραφική μηχανή, χωρίς αγένεια αλλά με αποφασιστικότητα: τι θα είχαν να πουν;

O Έκτορας Δημησιάνος στρέφει τον φακό του στο σκονισμένο αυτό μεταίχμιο, που δεν είναι ούτε πόλη ούτε εξοχή ούτε προάστιο, παρά ένα συγκεχυμένο μείγμα? πρόκειται για τις δυτικές παρυφές της ενιαίας μεγαλουπόλεως που έγιναν σήμερα Αθήνα και Πειραιάς, μια χαώδης ζώνη ανάμεικτης βιομηχανικής και (συχνά παράνομης) οικιστικής χρήσεως. Εδώ καταλήγουν οι περιθωριακοί και ανεπιθύμητοι πτωχοί, όσοι δεν έχουν μέσα ή επαφές, οι χαμένοι στο παιχνίδι του νεοφιλελεύθερου καπιταλισμού, αλλά και οι παλαιοί και καινούργιοι πολιτικοί πρόσφυγες, οι οικονομικοί πρόσφυγες, και βέβαια, εκείνοι οι μόνιμοι κληρονόμοι της χαμηλότερης κοινωνικής στάθμης σε όλα τα Βαλκάνια, οι τσιγγάνοι.

Και όμως - βασική επιφύλαξη, που οι αποστασιοποιημένες αλλά όχι και αμερόληπτες φωτογραφίες του Δημησιάνου επιβεβαιώνουν - το κοινωνικό ετούτο τοπίο, παρ΄ όλη του τη θλίψη, δεν στερείται κάποιας ελπίδας. Η πτώχεια μπορεί να είναι βαρειά, οι άνθρωποι όμως δεν τα βάζουν κάτω. Εργάζονται σκληρά, αυτοσχεδιάζουν, όσοι έχουνε λίγη γη την καλλιεργούν, θρέφουν κότες, κάνουν μικροεμπόριο, οργανώνουν εράνους "για τα έργα του ναού". Με λίγη τύχη, τα αυθαίρετα αργά ή γρήγορα θα νομιμοποιηθούν, αντάλλαγμα της ψήφου των: πολιτικά παραγωγική διαδικασία, σαφώς φθηνότερη από ένα σωστό εθνικό οικιστικό πρόγραμμα.

Η κοινωνική φωτογραφική έρευνα, και ιδίως αυτή που στιγματίζει, έστω και έμμεσα, την κοινωνική στέρηση, δεν έπαιξε ιδιαιτέρως ουσιώδη ρόλο στην Ελληνική φωτογραφία? ο πειρασμός της γραφικότητας συνήθως φάνηκε ισχυρότερος. Οι φωτογραφίες του Έκτορα Δημησιάνου, φωτογράφου που ξέρει να εκφράζει συμπόνια χωρίς συναισθηματικότητα, αποτελούν ευπρόσδεκτη συμβολή στο είδος αυτό.

Γιάννης Σταθάτος

Το βιβλίο του Έκτωρα Δημησιάνου Τα Κρόσια της πόλης, με εισαγωγικό κείμενο του Γιάννη Σταθάτου, δημοσιεύεται από το University Studio Press της Θεσσαλονίκης.